Dendrophylax lindenii (και άλλα γυναικεία ονόματα)



Dendrophylax lindenii
είναι πολλά, όσα θα έλεγα στην Κάτια
δε μιλώ κι εσύ νομίζεις ότι δε σκέφτομαι
μα εγώ σκέφτομαι, καλύτερα: μένει κάτι
που ήταν και είναι μόνο για μας, τη νόστιμη λύπη μας
δε βάφω κόκκινα τα χείλη μου- μην κορδώνεσαι
θα τα ξεχώριζε μόνο απ'την όψη από χίλια στόματα
που όλο κομπάζουν με λόγια άδεια και πάντα αφόρετα
δε γράφω πια μεγάλες λέξεις, κρύβεις πως χαίρεσαι
μα δυο κουβέντες μου θα τινάζαν όλα τα χώματα
θα εκτροχίαζαν τα τρένα, θα φτάναν στ'αυτιά της
θα ψιθυρίζαν όσα θα έλεγα στην Κάτια
αν ζούσε δίπλα μας


Παναγία η Ρετουνιώτισσα
Να χαρώ τώρα, για ποιο λόγο;
Τώρα που τελείωσε ο πόλεμος
δεν κλαίνε πια τα παιδιά
γιατί παιδιά δε μείναν
εδώ που πλαγιάζουμε

δεν πέφτουν πια τ'αστέρια
μα από τότε που κατάλαβα
πως ο ουρανός δεν θα ξεγυμνωνόταν
όσα κι αν πέθαιναν
δεν έχω πια αγωνία
δίχως αγωνία, να χαρώ τώρα;
για ποιανού μάτια; 
στα σφαλιστά δικά σου βλέπω μόνο τις νύχτες μας
μόνο τις λίμνες με τα παλιόνερα
στο Μαύρον Όρος



ανταπόκριση
δε με μεγάλωσα με θυσίες και κόπους
με ματωμένες ποδιές και πνιχτούς λυγμούς
με τη ράχη στην πόρτα του μπάνιου
με γιαούρτι με χαμηλά λιπαρά και ξερή ελπίδα
σκέτη κι ανήλιαγη, στα υπόγεια και στα παγκάκια
δεν κράτησα το δικό μου χέρι στην Ουσουάια
όταν δε βράδιαζε και προσευχόμουν, γέννησε Θέ μου
καινούργια μέρα- δε με ξενύχτισες
όταν πέθαινα, μήτε μ'ανέστησες
πώς με κοιτάζεις; δεν ήσουν εσύ
που κράταγες τους ώμους μου στο αεροδρόμιο
να μην τραντάζονται με τις αράδες κίτρινα γράμματα
χίλια άδεια αεροπλάνα σαν φριχτά σπουργίτια 
που γδέρναν τη σκεπή, ούτε με προστάτεψες
δε με φύλαξες μήτε μια μέρα
στη μοναξιά και στην ανέχεια και στη μιζέρια,
δε με μεγάλωσα με θυσίες και κόπους, εγώ
για να κλαίω για σένα



a diminutive of Ava
Θυμήσου με, όταν μικραίνει η μέρα
οι έφηβοι κουρνιάζουν στα μπαλκόνια
θυμήσου τα λαμπιόνια και το κρύο
όταν με σθένος θα κατασκάβουν την ηθική σου
ως να μη μείνει πια στο στόμα πικρό μέταλλο
με πόδια που δεν πάταγαν στο χώμα
θυμήσου με, και μπλαβιασμένα χείλη
με δάχτυλα που κλείναν στον αγκώνα
θυμήσου με προσπερνώντας την κρυψώνα
όταν οι κούνιες κλαψουρίζουν τη νύχτα
κάποιο χειμώνα που θα μισείς και θα καταριέσαι
με μάτια αχόρταγα και πρησμένα απ'τα δακρυγόνα
θυμήσου εμένα, να σαλιώνω την κλωστή
να την περνώ μ'οργή στη βελόνα, κάποια Τετάρτη
που είχες την τύχη και την αφέλεια να μην αμφιβάλλεις
πως θα'ταν μια από χιλιάδες ακόμα.

Comments

Popular Posts